Monday, June 30, 2003

Στο πλοίο για Πάρο Ιούνιος – Ιούλιος 2003 – Κείμενο 1

Τα πρωινά σου χείλη,
Σκουπίζουν τον βραδινό μου ιδρώτα.
Ξημέρωσε και ξύπνησες πάλι διπλά μου.
Σ’ Αγαπώ!
Καλημέρα!

Χτες είδα πάλι εφιάλτη.
Γι’ αυτό ο ιδρώτας, γι’ αυτό τα φιλιά ανάγκη.
Ξύπνησα λέει ένα πρωινό και έλειπες.

Τότε πέτρωσα, έγινα στήλη άλατος, ίδια η γυναίκα του Λώτ.
Όμως τα δικά μου μάτια δεν εγνώρισαν καμία θεϊκή καταστροφή, μόνο την απουσία σου από το πρωινό μου ξύπνημα.
Είναι μήπως τούτο θεϊκή καταστροφή ή είναι που Σ’ Αγαπώ τόσο;

Και μετά όμως το όνειρο δεν τελείωσε...
Αέρας φύσηξε και σιγά, σιγά το κορμί μου διαλύθηκε σε σκόνη.
Από στήλη άλατος σκόνη στον Χρόνο με τον αέρα.
Και από τα κομμάτια μου, άλλα κατέληξαν στο χώμα, άλλα στη θάλασσα και άλλα συνέχισαν το ταξίδι τους με τον αέρα.

Τελευταίο κομμάτι, η ψυχή μου κατέληξε στη φωτιά.
Μια φωτιά όμως γνωστή, πολύ γνωστή...

Κι’ όταν καιγόταν η ψυχή μου, τότε κατάλαβα.
Είχε πάλι καταλήξει σε ‘σένα, να πεθάνει.
Φωτιά, του θηλυκού κορμιού σου καίει την ψυχή μου, με γεννά από το χρόνο στο Χρόνο, από τις τρεις διαστάσεις στις τέσσερις.

Εκείνο το πρωινό μετά τον εφιάλτη, μου είπες: Σ’ ΑΓΑΠΩ!
Μετά έφυγες.
Δεν Ξανάρθες ποτέ πια.

Αν πέτρωσε κάτι, σίγουρα δεν ήμουν εγώ, γιατί σήμερα ζω για να σου γράψω.

Τα λόγια σου όμως, αφήσαν στον τοίχο του σπιτιού, μιαν αύρα αέναη, που ακόμα και σήμερα μερικά πρωινά με ξυπνάει γλυκά και μου λέει: Σ’ ΑΓΑΠΩ!

No comments: