Monday, June 30, 2003

Στο πλοίο για Πάρο Ιούνιος – Ιούλιος 2003 – Κείμενο 2

Ομίχλη πυκνή σκεπάζει τη διαδρομή.
Το πλοίο σκίζει την ομίχλη εύκολα.
Και εμείς ταξιδεύουμε ανέμελα.
Όλοι; Όχι...

Εμένα το μυαλό μου ταξιδεύει στη δικιά σου ομίχλη.
Όσο απλώνεται ένα πλοίο στη θάλασσα, τόσο η ομίχλη σου απλώθηκε στο πνεύμα μου.
Ομίχλη αγάπης; Ομίχλη μίσους;
Ομίχλη καταδυνάστευσης.

Ομίχλη που θολώνει τα μυαλά και την κρίση...
Είναι αγάπη, είναι πόθος, είναι μισός, Τι;

Στο πλοίο για Πάρο Ιούνιος – Ιούλιος 2003 – Κείμενο 1

Τα πρωινά σου χείλη,
Σκουπίζουν τον βραδινό μου ιδρώτα.
Ξημέρωσε και ξύπνησες πάλι διπλά μου.
Σ’ Αγαπώ!
Καλημέρα!

Χτες είδα πάλι εφιάλτη.
Γι’ αυτό ο ιδρώτας, γι’ αυτό τα φιλιά ανάγκη.
Ξύπνησα λέει ένα πρωινό και έλειπες.

Τότε πέτρωσα, έγινα στήλη άλατος, ίδια η γυναίκα του Λώτ.
Όμως τα δικά μου μάτια δεν εγνώρισαν καμία θεϊκή καταστροφή, μόνο την απουσία σου από το πρωινό μου ξύπνημα.
Είναι μήπως τούτο θεϊκή καταστροφή ή είναι που Σ’ Αγαπώ τόσο;

Και μετά όμως το όνειρο δεν τελείωσε...
Αέρας φύσηξε και σιγά, σιγά το κορμί μου διαλύθηκε σε σκόνη.
Από στήλη άλατος σκόνη στον Χρόνο με τον αέρα.
Και από τα κομμάτια μου, άλλα κατέληξαν στο χώμα, άλλα στη θάλασσα και άλλα συνέχισαν το ταξίδι τους με τον αέρα.

Τελευταίο κομμάτι, η ψυχή μου κατέληξε στη φωτιά.
Μια φωτιά όμως γνωστή, πολύ γνωστή...

Κι’ όταν καιγόταν η ψυχή μου, τότε κατάλαβα.
Είχε πάλι καταλήξει σε ‘σένα, να πεθάνει.
Φωτιά, του θηλυκού κορμιού σου καίει την ψυχή μου, με γεννά από το χρόνο στο Χρόνο, από τις τρεις διαστάσεις στις τέσσερις.

Εκείνο το πρωινό μετά τον εφιάλτη, μου είπες: Σ’ ΑΓΑΠΩ!
Μετά έφυγες.
Δεν Ξανάρθες ποτέ πια.

Αν πέτρωσε κάτι, σίγουρα δεν ήμουν εγώ, γιατί σήμερα ζω για να σου γράψω.

Τα λόγια σου όμως, αφήσαν στον τοίχο του σπιτιού, μιαν αύρα αέναη, που ακόμα και σήμερα μερικά πρωινά με ξυπνάει γλυκά και μου λέει: Σ’ ΑΓΑΠΩ!

Sunday, June 15, 2003

Στα φοιτητικά τα χρόνια που πέρασαν και δεν θα ξανάρθουν.
Στην ζωή μας που τελείωσε και μόλις τώρα αρχίζει.

Σε αυτά που κάναμε, που δεν κάναμε και αυτά που δεν κάναμε ενώ έπρεπε να κάνουμε.
Σε αυτά που ζήσαμε, που δεν ζήσαμε και αυτά που δεν ζήσαμε ενώ μπορούσαμε να τα ζήσουμε.

Σμιλλευμένη από πέτρα, Γαλάτεια.
Όνειρα, έρωτες και σχέδια χρόνου μέλλοντος σε έναν αγώνα για ζωή που μόλις τώρα ξεκινάει.

Στον αγώνα μας για τη ζωή και στα παιδικά μας όνειρα που ίσως κάποτε να βγουν αληθινά.

Εμπειρίες ζωής, στον κόρφο ζωσμένες, φίλων φυλαχτά και φυλαχτά φίλων.
Καλής τύχης, ευχή δοσμένη στο χτες το τώρα και το μετά.

Φύλακας άγγελος, προσπάθεια ζωής.
Χρόνια και άλλα να περάσουν,
όνειρα και σκοποί να αλλάξουν,
ζωή και θάνατος να ενωθούν,
φίλοι και εχθροί να γίνουν ένα,
αυτά παλιά και τούτα τώρα να δώσουν,
θάρρος στον φόβο του αγνώστου.

Νερό της λήθης να μην πιεις, τίποτα να μην ξεχάσεις,
γλυκόπικρες στιγμές στο ταμπλό της ζωής.

Πορεία ανθρώπου μοναχική.
Φίλοι, εμπειρίες και χρόνος ζουν πάντα εκεί στα ψηλά.
Ιστορίες παλιές φανάρια στο αύριο.

Πορεία ανθρώπου μοναχική.
Μα η ενθύμηση γιατρεύει.
Παλιές συνήθειες σε χρόνο παρελθόντα.
Δεσμοί καρδιάς σε χρόνο μέλλοντος.

Πορεία ανθρώπου μοναχική.
Μα όσο θυμάσαι πορεύεσαι.