Showing posts with label Περί ηρώων. Show all posts
Showing posts with label Περί ηρώων. Show all posts

Tuesday, December 09, 2008

ΈΤΣΙ...

Πλάσματα του Νου;
Πλάσματα της Φαντασίας;
Τραγιά μεταμφιεσμένα σε ανθρώπους
Γυμνοσάλιαγκες που παρουσιαζονται ως ειδήμονες

Υπάρξεις απαθείς που νου δεν έχουν
Σκέψη κενό
Βλέμμα λειψό
Αυτεπίγνωση ανύπαρκτη

Πώς επιβιώνει κανείς;
Ζεί κανεις;
Όταν τα τραγιά νομίζουν οτι είναι άνθρωποι
Όταν οι γυμονσάλιαγκες θεωρούν πως περπατούν

Απορίας άξιο
Η πορεία μας σε τούτα τα χώματα
Απορίας άξιο
Που θεωρούμε τους εαυτούς μας άξιους για ζωή

Ανείπωτη ανθρώπινη ύπαρξη
Αβάσιμη επιβίωση

Εξαγνισμός αδύνατος;
Φωτιά, βροχή, τι;
Επανάσταση;
Σιγα!
Ανίκανο το χτές, το σήμερα, το τώρα, το αύριο
Ας αυτοπυρποληθούμε καλύτερα όλοι να γλυτώσουμε...

Monday, December 01, 2008

Στα καμμένα...

Νεκρά τα κουφάρια των ηρώων εναποτίθενται στο χώμα,
Και τα σκουλήκια τρώνε τη σάρκα τους,
Και τα δέντρα ρουφούν το χυμό τους,
Και η γη την ουσία τους.

Μα καμμένα τα χώματα παραμένουν,
Στεγνή η γη,
Αναγέννηση ανίκανη.

Βροχή που ξεπλένει τις παλιές αμαρτίες,
Παίρνει μαζί της κάθε ίχνος,
Γίνεται πλημμύρα και πνίγει τους επιγόνους.

Ψυχές ανίκανες, σφαλερές.

Κενότητα.

Άδεια τα βλέμματα,
Δίχως ουσία οι πράξεις.
Η συνύπαρξη ένα αιώνιο φαγοπότι,
Και συνεχίζουμε μέχρι να σκάσουμε!

Ελπίζουμε ακόμα σε κάτι,
Γιατί άραγε;

Μεγάλο το ψέμα, μεγάλη η καταπατημένη υπόσχεση,
Και η ελπίδα παραμένει,
Σε ποιον; Σε τι;
Όχι σ' εμάς! Σε κάποιον άλλον;

Και η βροχή συνεχίζει να μουσκεύει τη σάρκα μας,
Και 'μείς πορευόμαστε μέσα σε λίμνες και ποταμιά που δημιούργησαν οι πράξεις μας.
Κι' όμως ακόμη το αρνιόμαστε,
Τα λάθη, το παρελθόν.

Νεκρά τα κουφάρια των ηρώων θα εναποτεθούν στο χώμα,
Και τα σκουλήκια θα φανέ τη σάρκα τους,
Και τα δέντρα θα ρουφήξουν τους χυμούς τους,
Και η γη την ουσία τους...
Και θα παραμείνουν τα χώματα καμμένα,
Και η γη στεγνή...

Η ύπαρξη ένας αιώνιος κύκλος,
Συνεχής και αδιάκοπος.
Θα ξαναζούμε τις ζωές μας στο άπειρο.
Μια αέναη επανάληψη.
Λεπτό προς λεπτό, στιγμή προς στιγμή,
Σε τούτη την πορεία όλα πληρώνονται.
Δίχως Δάνεια.
Δίχως Μπλόφες.
Οποίος τολμά ας ζήσει!
Οποίος νομίζει ας πεθάνει!
Και οι υπόλοιποι μακράν ευτυχισμένοι στην αγκαλιά του Μορφέα...

Monday, July 07, 2008



Θολώνουν οι μορφές το νου
Ιππεύω το μαύρο άτι τ' ουρανού
Ανοίγει το μάτι στ' άστρα
Να ταξιδέψει, να ξεφύγει το μυαλό

Μακρυά από τις μορφές που καταδυναστεύουν
Μακρυά από τις μορφές που δένουν την ψυχή

Συμπλέκονται οι μορφές σ' ένα χορό
Νεκρά τα κουφάρια των ηρώων
Νεκρά τα κουφάρια των θεών
Ποιο μάτι είναι τούτο που το χορό θ' αντέξει;

Σαγηνευτικές μορφές
Με σώμα γυναίκας με κεφάλι μέδουσας
Σε καλούν στο χορό τους
Όπως οι γοργόνες τον Οδυσσέα
Θα πετρώσεις και θα συντριβείς στα βράχια
Τίποτα από 'σενα δεν θα μείνει ζωντανό














Μόνη σου ελπίδα οι ιαχές των χιλιάδων ηρώων που,
Κρύβονται μέσα σου και φωνάζουν να βγουν
Ν' αρπάξεις το σπαθί του Περσέα,
Να κόψεις τα κεφάλια
Να κάψεις τα κορμιά
Τις μορφές ξορκίσεις
Τον ουρανό, το νου, να λευτερώσεις










Ερωτευμένε των μορφών, ήρωα
Είσαι ' συ ο δυστυχής
Ακούς το όνομα σου που το φωνάζουν;
Οι μορφές σε καλούν στον Θάνατο
Τα φαντάσματα στη λήθη

Ερωτευμένε των μορφών, ήρωα
Δεν έχεις δυνάμεις
Δεν έχεις νου
Το σπαθί να αντρειώσεις
Με τα φτερωτά παπούτσια μακριά να πετάξεις

Ερωτευμένε των μορφών, ήρωα
Δεν έχεις μέλλον
Δεν έχεις μοίρα
Σαν δρόμο ξάστερο δεν διαλέξεις

Σπαθί ή Θάνατος
Η μόνη σου λύση
Σπαθί ή Θάνατος
Η μόνη σου επιλογή

Wednesday, January 26, 2005

Ανταριασμένα τα νερά,
Μαύρα τα σύννεφα,
Μαύρη κι’ η καρδιά…

Πλησιάζουμε στο τέλος μιας εποχής,
Λάλησε ο Προφήτης…:
«Και θα γεννηθεί από τις στάχτες βρέφος νέο να τους οδηγήσει στις νέες πατρίδες πέρα από τα άστρα…»

Τα μαύρα ετούτα σύννεφα, μαύρη μου κάνουν την καρδιά…
Και από τα σπλάχνα μου μέσα μια κραυγή…
Κρώζει την Άνοιξη να βρει…

Βίαια και Μανιακή, Μαύρη δίχως άλλο, η κραυγή χιλίων νεκρών…
ΝΑΙ! Από τα σαπισμένα μου σπλάχνα κάτι σπρώχνει να βγει…
Βραχνιασμένο, σχεδόν που αναπνέει το συναίσθημα,
Θέλει να τρελάνει…
Θέλει να σκοτώσει…

Η δικιά μου ανθρωπότητα καίγεται απόψε…
Βλέπω τους γονείς μου εσταυρωμένους Ανάποδα και εγώ αμνός σε αλλόθρησκη τελετουργία…

Τα ξεσκισμένα μου σωθικά πέφτουν στη φωτιά και σκάει!
Σκάει η φωνή, γίνεται καπνός κι’ υστέρα αγέρας
Θάνατος να μυρίσει, το κόσμο, πλημμυρίσει…

Σαπισμένα κορμιά να φαγωθούν μεταξύ τους.
Η ανθρωπότητα να πεθάνει, η ψυχή μου ν’ αναστηθεί…

Όλα να σβήσουν και να ξαναρχίσουν από την αρχή!

Τα μάτια μου, αίμα κλαίνε…
Η πικρά της ψυχής μου βγαίνει τώρα από αυτά,
Εγώ να ηρεμήσω,
Το μυαλό μου να σταματήσω…

Οι εικόνες εδώ τελειώνουν, μετά την καταστροφή: – Η Γαληνή.
Μετά το Θάνατο, επιτελούς τα πράσινα λιβάδια οπού ο Λύκος ζει μαζί με το Πρόβατο...
Ιδού οι ψυχές μας αναπαυμένες...

Monday, November 17, 2003

17/ΝΟΕΜΡΗ/2003

Για σένα πέσανε τριάντα χρόνια πριν κορμιά κυπαρισσένια
Παιδιά ηλικίας ετών 17 που είχανε κορμιά σένια
Για σένα πέσανε τριάντα χρόνια πριν

Τι κι’ αν εκείνοι τοτε δώσανε αίμα και ψυχή;
Τι κι’ αν θυσιάστηκαν στο βωμό των ιδεών τους;
Τι κι’ αν πήγαν όπως κάποτε σαν τα πρόβατα μέσα στους λύκους;

Σήμερα κανείς δεν ξέρει, κανείς δεν θυμάται.
Προσωπικές δοξασίες μόνο και ομαδικά ευφυολογήματα,
Σκιάζουν τον αέρα σου.
Ανώτερα Συμφέροντα ενός αόρατου “Status Quo”
Σκίασαν το αίμα και τις ψυχές τις θυσιασμένες στο βωμό σου,
Για Ζωή.

Και σήμερα; Σήμερα τι;

Εγώ δεν έχυσα σταγόνα αίμα!
Εγώ δεν πάλεψα ποτέ για τίποτα!
Εγώ δεν αντιστάθηκα ποτέ ενάντιας σε τίποτα!

Είμαι εγώ άξιος κοινωνός σου;
Είμαι εγώ άξιος κοινωνός των;
Είμαι εγώ άξιος να στέκομαι εδώ, να σε βλέπω, να δακρύζω, να σε υπηρετώ;

Αχ! Εσύ πατρίδα μου γλυκειά!
Πόσο ακόμη πρέπει να υποφέρεις από τα παιδιά σου;
Πόσο ακόμη πρέπει τα χώματα σου να βαφτούν με αίμα;

Αχ! Εσύ πατρίδα μου γλυκειά!
Πότε θα πιεις το αίμα;
Πότε να θυσιαστώ, να σε χάσω, να χαθώ, να λυτρωθώ;

Tuesday, April 15, 2003

Δύο κείμενα Βιέννη Μόναχο με την ποίηση του Ελύτη και του Μπιθικώτση τη φωνή - Κείμενο 1

Εμείς δεν έχουμε ξεπλύνει τα χέρια μας με λερωμένες επαναστάσεις.
Εμάς μας νέρωσαν το αίμα μας με χρώματα και αγαθά, έγινε το πετσί μας λάστιχο και το τρυπάμε για να το νιώσουμε.

Τι να καταλάβεις;
Ψυχές που δεν πολέμησαν και τα βρήκαν μασημένα.
Αν δεν έχεις γευτεί το αίμα της επαναστάσεως, αν τα χέρια σου δεν έχουν βουτηχτεί στην ακαθαρσία σου για να τραβήξουν την ζωή των πολλών ...

Τι να καταλάβεις;
Τίποτα δεν έφτιαξα, όλα τα βρήκα γκρεμισμένα
Ο απόηχος των των προδομένων εραστών κάτι δεκαοχτάρηδων και μιας γριάς ετών 76.
Ο απόηχος μιας κόκκινης ιδεολογίας με μπλε τσέπες, κι’ ενός πάτερα – φοιτητή που τώρα μαθαίνει στο γιο του πως να προδίδει εκείνα που εκείνος πρόδωσε πρώτος.
Δεν έφτιαξα τίποτα, δεν έχω να πω τίποτα.
Βούτηξα στη θάλασσα της άνεσης που μου δώσανε και χάθηκα.
Δεν έφτιαξα τίποτα, ότι βρήκα φτιαγμένο το διέλυσα και το έφαγα, ότι βρήκα διαλυμένο το αποτελείωσα.

Τι να καταλάβεις;
Από ανθρώπους που τους μαθαίνουν να γκρεμίζουν αυτά που ποτέ δεν έχτισαν.

Τι να καταλάβεις;
Δεν έφτιαξα τίποτα και δεν θέλω να ξέρω...

Δύο κείμενα Βιέννη Μόναχο με την ποίηση του Ελύτη και του Μπιθικώτση τη φωνή - Κείμενο 2

Δικαιοσύνη εγώ που θα βρω;
Πως να φτιάξω κάτι πάνω στο τίποτα;
Εγώ Δεν έφτιαξα τίποτα.
Δεν ξέρω να φτιάχνω τίποτα, μόνο να τρώω.
Λευκό Χαρτί άγραφο, «Tabula Rasa»
Δεν ξέρω, θέλω να μάθω.
Οι παλιοί χαμογελάνε καθώς τρίβουν τα χέρια τους με ευχαρίστηση:
«Θα βρεις τον τρόπο είσαι καλός εσυ»
Έτσι Λέτε; τους ρωτάω.
Μα απάντηση τόσα χρόνια δεν πήρα.
Πως να ξέρω εγώ αν κανείς δεν μου δείξει τίποτα;
Τον τρόπο του Ήλιου τον βρήκα μόνος μου. Ο Δρόμος του Δημιουργού.
Έχω ανάγκη το φως. Θέλω να δοθώ σε αυτό.
Όπως το λευκό Περιστέρι, όπως οι λευκές κορφές των νησιώτικων σπιτιών, όπως ο Ψηλορείτης.
Δικαιοσύνη εγώ που θα βρω;
Θυμίαμα και θυσίες σε έναν άγνωστο θεό, χρώμα πράσινο.
Όχι, όχι μη με λησμονείς ψυχή μου, μη με λησμονείς.
Μοντέρνοι θεοί και δαίμονες θα παρελάσουν μπροστά μου και για ένα ξερολούκουμο ντυμένο σε ασήμι και χρυσό, θα μου ζητήσουν την ψυχή μου.
Βοήθεια φωνάζω μα οι παλιοί απλά κοιτάνε.
Πάνε αυτοί τελειώσανε.
Έχουνε τελειώσει εδώ και καιρό μα κανείς δεν το βλέπει.
Χαμένοι, χάθηκαν οι παλιές επαναστάσεις, βούλιαξαν στο βόθρο.
Χάθηκαν και οι παλιοί φίλοι.
Πλέον ούτε οι φοβέρες ούτε τα αίματα δεν θα τους φέρουν πίσω.
Δικαιοσύνης Ήλιε, εγώ που θα σε βρω;
Μόνο σε ποιήματα και μαυρισμένες ψυχές.
Με έχεις λησμονήσει, μα εγώ σε θυμάμαι κάθε μέρα και περιμένω ποτε θα αναστηθείς να φωτίσεις πάλι το δρόμο μας. Εγώ πορεύομαι στο δρόμο σου, το φωτεινό, το δημιουργικό.
Περιμένω ποτε εσύ θα πορευθείς μαζί μου, με τους άλλους, στο ίδιο στρυφνό και κατάκρημνο μονοπάτι.