Sunday, June 29, 2008

Golden Chain for a golden girl
Chain that binds, chain that blinds
Here and now, now and there
Love, Care and friendship all made one
One be thy chain, always the binding one.

The tear marks the end
The beginning of a new era
The Heart’s, the Soul’s, actions in the end of days.
OH! You my Heart of Pain…
OH! Hear me! Heart of Pain…
OH! My Heart, hear me, cause I am the one to blame.

OH! You eyes of sorrow…
OH! You eyes coloured by the sea; coloured by colour…
OH! You hair of silk… Coloured by gold; coloured by air…
OH! You lips of lust… Coloured by red; coloured by past…
OH! Naked body shall you call for me after you OR shall you come to me?
OH! My Queen of Heavens, is thy naked body the truth? OR Just the beginning of my beautiful lie?

Saturday, June 28, 2008

Ιωάννινα 2008

Τα μεγάλα πλατάνια, συστοιχία στη λίμνη, και αυγουστιάτικο φεγγάρι απάνω να ξυπνάει τη μνήμη και να κάνει την καρδιά να αναθαρίζει …

Γνώμη μου είναι, πως το μονό που χρειαζόμαστε είναι μια αγκαλιά κι’ ένα φιλί…

Μια αγκαλιά κι’ ένα φιλί…

Wednesday, June 25, 2008

Ίσως τελικά ποτέ να μην καταλήγουμε να συμπορευτούμε με εκείνον / ήν που θα μας κανει πραγματικά ευτυχισμένους αλλά σίγουρα πάντα καταλήγουμε με αυτόν / ήν που μας αξίζει......

Ο Ποιητής και Η Μούσα


Ο Ποιητής
Προς τι καλόν, τι όφελος ηθέλησεν η τύχη,
κ’ εν τη αδυναμία μου επλάσθην ποιητής;
Μάταιοι είν’ οι λόγοι μου· της λύρας μου οι ήχοι
αυτοί οι μουσικώτεροι δεν είναι αληθείς.

Εάν θελήσω ευγενές αίσθημα να υμνήσω,
όνειρα είν’, αισθάνομαι, η δόξα κ’ η αρετή.
Παντού απογοήτευσιν ευρίσκ’ όπου ατενίσω,
κ’ επί ακάνθων πανταχού ο πους μου ολισθεί.

Η γη ’ναι σφαίρα σκοτεινή, ψυχρά τε και δολία.
Τα άσματά μου πλανερά του κόσμου είν’ εικών.
Έρωτα ψάλλω και χαράν. Aθλία παρωδία,
αθλία λύρα, έρμαιον παντοίων απατών!

Η Μούσα
Δεν είσαι ψεύστης, ποιητά. Ο κόσμος τον οποίον
οράς εστίν ο αληθής. Της λύρας αι χορδαί
μόναι γνωρίζουν τ’ αληθές, και εις αυτόν τον βίον
οι ασφαλείς μας οδηγοί μόναι εισίν αυταί.

Του θείου είσαι λειτουργός. Σοι έδωκε τον κλήρον
του κάλλους και του έαρος. Μελίρρυτος αυδή
ρέει από τα χείλη σου, και θησαυρείον μύρων
είσαι — χρυσή υπόσχεσις και άνωθεν φωνή.

Εαν η γη καλύπτεται με σκότον, μη φοβείσαι.
Μη ό,τι είναι έρεβος νόμιζε διαρκές.
Φίλε, πλησίον ηδονών, ανθών, κοιλάδων είσαι·
θάρρει, και βάδισον εμπρός. Ιδού το λυκαυγές!

Ομίχλη μόνον ελαφρά το βλέμμα σου τρομάζει.
Υπό τον πέπλον ευμενής η φύσις διά σε
ρόδων, και ίων, κ’ ευγενών ναρκίσσων ετοιμάζει
στεφάνους, των ασμάτων σου ευώδεις αμοιβαί.

(Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983)

Our Deepest Fear

Our deepest fear is not that we are inadequate. Our deepest fear is that we are powerful beyond measure. It is our light, not our darkness that most frightens us. We ask ourselves, Who am I to be brilliant, gorgeous, talented, fabulous? Actually, who are you not to be?

You are a child of God. Your playing small does not serve the world. There is nothing enlightened about shrinking so that other people won't feel insecure around you. We are all meant to shine, as children do. We were born to make manifest the glory of God that is within us. It's not just in some of us; it's in everyone. And as we let our own light shine, we unconsciously give other people permission to do the same. As we are liberated from our own fear, our presence automatically liberates others.

(
Marianne Williamson, Nelson Mandela used this passage in his 1994 Inaugural Speech)
Ατενίζω το άπειρο …
Τα άστρα φωτίζουν την πορεία…
Η ζωή είναι μια γεωμετρία…
Χάρακας… Διαβήτης…
Χάρακας… Διαβήτης…

Monday, June 23, 2008


Κάθε μέρα που σε βλέπω,
Κοντά σου θέλω να βρεθώ.

Κάθε νύχτα που κοιμάμαι,
Πιο πολύ σε λαχταρώ.

Κάθε μέρα…
Κάθε νύχτα…

(Virgin Territory, 2007)

Μάτια, αστέρια και εξ’ αίφνης να σου ο ουρανός …

Έρμαιο, στα χείλη σου,
για ένα φιλί
Έρμαιο στα χεριά σου,
Για ένα άγγιγμα
Έρμαιο στα στήθη σου,
για ένα γα-lactisma*
Γδύσου Γυναικά δείξε μου,
Τα καλή σου
Γδύσου Γυναικά δείξε μου
Τη γύμνια σου

Γδύσου

(* lactation: 1668, "process of suckling an infant," from Fr. lactation, from L. lactationem (nom. lactatio) "a suckling," from L. lactatus, pp. of lactare "suckle," from lac (gen. lactis) "milk," from PIE base *glact- (cf. Gk. gala, gen. galaktos "milk"). Meaning "process of secreting milk from the breasts" first recorded 1857; lactate (v.) in this sense is a back-formation from 1889. Lactic acid is from 1790; so called because it was obtained from sour milk. M.Ir. lacht, Welsh llaeth "milk" are loan words from Latin, Online Etymology Dictionary, © 2001 Douglas Harper)

Sunday, June 15, 2008


Κάθομαι, Στέκομαι, Περπατώ…Ψάχνω…Τα μάτια μου αποζητούν την μορφή σου…Κλείνω τα μάτια μου και τυφλός τώρα, ψηλαφίζω τον αέρα γύρω μου μήπως και σε βρω κρυμμένη στα μόρια του… Και τότε σαν οπτασία, μια παραίσθηση, μπροστά μου η μορφή σου στα χέρια μου δίνεται για να την ψηλαφίσω…

Tρέμω ολόκληρος καθώς αγγίζω τα μαλλιά σου, τα χαϊδεύω, και σκύβω να τα μυρίσω… Το πρόσωπο μου ακουμπάει στο δικό σου και τα χέρια μου ψηλαφίζουν πρώτα τα μάτια σου και σιγά, σιγά κατεβαίνουν… Αγγίζουν τα μάγουλα σου και σταματούν στα χείλη σου… Τόσο κόκκινα, τόσο απαλά… Το χνώτο σου μου ζεσταίνει την δάχτυλα και αυτά προχωρούν παρακάτω… Αγγίζουν τον λευκό σου λαιμό… Ακολουθούν τον ένα ώμο μέχρι τον άλλο… Περνούν ανάμεσα από τα στήθη σου, διαγράφουν τις καμπύλες τους, αγγίζουν τις κορφές τους και συνεχίζουν στη μέση σου… Σε φέρνω κοντά μου! Σ’ αγκαλιάζω σφιχτά!... Νοιώθω το κορμί σου να αφήνει τα ανεξίτηλα σημάδια επάνω μου… Η πνοή σου βαριά στο λαιμό μου, διαπερνά σαν ηλεκτρισμός την σάρκα μου… Τα χείλη μου σε φιλούν στο πρόσωπο, ψάχνουν απεγνωσμένα να συναρτήσουν τα χείλη σου… Και… Ξάφνου!... Τα χείλη σου διαλύονται…Σε φιλώ και ο αέρας στεγνώνει τα χείλια μου… Τα μάτια μου πλημμυρίζουν με φως έξω απ’ το δικό σου… Και αίφνης ανοίγω τα βλέφαρα μου… Και πάλι… Σε ψάχνω…

Friday, June 06, 2008

Καθώς η νύχτα το χαμόγελο της στου ουρανού τα βάθη,
Έρχεται το πρόσωπο σου τη θύμηση μου ν’ ανάψει…

Μοναχός Περιπατητής σ’ ένα δρόμο φωτισμένο απ’ τα ανεξίτηλα άστρα,
Συλλογιέμαι την αλήθεια της μορφής σου

Σαν άραγε πνεύμα ή αγερικό,
Σαν οπτασία ενός αλαφροΐσκιωτου
Στοιχειώνεις τα όνειρα μου …

Τις ασταμάτητες ονειρώξεις μου…

Νοιώθω κάθε φορά πως αφήνω ένα κομμάτι της ψυχής μου,
Κάθε φορά που κλείνω τα ματιά και σ’ ονειρεύομαι…

Σαν για κάθε όνειρο να πληρώνω ένα τίμημα βαρύ,
Υψηλότερο από αίμα,
Ευγενέστερο από την ψυχή…

Σαν να αποπνέω τον αιθέρα της ύπαρξης μου.

Μονό που εσύ πολύ μακριά για να τον αναπνεύσεις…
Και έτσι δίχως δεύτερη σκέψη εγώ φυσάω όλο και πιο πολύ,
Όλο και πιο δυνατά προς το μέρος σου…

Και σαν τελειώσει η αιθέρια αυτή πνοή ξαναγυρνάω στον ύπνο μου,
Νεκρό πλέον και βαρύ,
Μέχρι τα ματιά να ανοίξουν στο πρώτο φως της μέρας…

Σταματά Χρόνε κι’ άσε με…
Να βρω τούτη τη μορφή, τούτο το κορμί…
Μες’ απ’ το τίποτα που ‘ναι ο νους,
Μες’ απ’ το δήθεν που ‘ναι το κορμί…

Σάμπως κι’ αν σταθώ ακίνητος μέσα στη ροή σου,
Μπορώ έτσι ν’ αντικρύσω την αλήθεια που περνά…

Πάψε Χρόνε τη βοή σου κι’ άσε με ν’ ακούσω…
Τους άγχους ηδονικούς, της μορφής την πρόσκληση μέσα στους αιώνες…

Ψάχνω…
Κι’ άραγε σαν θα την βρω θα την αναγνωρίσω…;

Sunday, June 01, 2008

Ειν’ η θωριά σου ποίηση
και το κορμί σου δρόμος

Είναι τα χείλη σου ηδονικά
και το φιλί σου πόθος

Είναι το πρόσωπο σου του θεού,
μια πινελιά στο κόσμο
Και τ’ άγγιγμα σου ερωτικό,
μια χαρακιά στα στήθη

Μες’ απ’ τα ματιά σου, ο θεός,
τον κόσμο τούτονα φωτίζει
Μες’ απ’ τα χείλια σου πνοή
Του ζωηρή

Κυρά! – Μην είμαι θαυμαστής;
Κυρά! – Μην είμαι πνεύμα;
Κυρά! – Δεν είμαι τίποτα μον’ ένα σου σημάδι

Μα συ σαν θες Κυρά άνθρωπο να με κανείς,

Μον’ μια μιλιά σου λιγοστή
Μον’ ένα βλέμμα σου ακριβό
Μον’ ένα φιλί σου φτάνει.
Τι κι’ αν σήμερα ξημέρωσε ο ήλιος στο κορμί σου
Τι κι’ αν εψές απέλειψε του πόθου μου η νύχτα;
Αχ μάνα μου, Γλυκιά μου μάνα, απόθανεν ο γιόκας σου στου έρωτα την πλάνη

Μα μάνα εσύ δυστυχισμένη, μη τόνε κλάψεις
Δάκρυ να μην χύσεις
Μιας κι’ απόφαση δικιά του ήταν

Σ’ αυτόν τον μικρό θεό, μάνα διάλεξε ο γιος σου,
Το κορμί του να δώσει,
Την ψυχή του να θυσιάσει.

Μη τόνε κλάψεις μάνα, γιατί αυτός απόθανε,
ευτυχισμένος, αν και πλανεμένος
‘Συ μονό ζήσε και συγχωρά τον που διάλεξε
Να φύγει για μια κόρη και όχι για
Τη Μάνα του.
Έλα Κυρά και πάρε με
Στα Στήθια σου επάνω
και φιλά με κυρά
θες να μην ‘ποθάνω

Έλα κυρά και κρατά με
Στην Αγκαλιά σου μέσα
και σφίξε με στα ποδιά σου
θες να μην μου μείνει πάθος…

Ήρθε το φως και έφεξε
Την ξεχασμένη σου ηδονή
κορμί σαν τίποτα υγρό
φιλί σαν τίποτα θανατηφόρο

Ήρθε το φως και έλαμψε
Τα ματιά σου στο σκότος
πνοή σαν τίποτα το ζωοφόρο
χάδι σαν τίποτα το απαλό

Ήρθε το φως και έσβησε
Η νύχτα απ’ το κορμί σου
Έρωτας σαν τίποτα ο μουσικός
Πράξη σαν τίποτα ο ποιητής

Ήρθε το φως και έφεξε
Την ξεχασμένη σου ηδονή…
Θέλω το κορμί μου να ξαποστάσω στη κρυφή σου πάνω ηδονή.

Την ανάσα μου ν’ αφήσω στην πνοή σου επάνω.

Αχ! Να λιώσω, να χαθώ στη δικιά σου μέσα αγκαλιά.
Νύχτα να μην δω, πρωί να μην ξυπνήσω…
Στα ματιά σου χάθηκε η νύχτα…
Στο κορμί σου η ηδονή μου.

Τι κι’ αν με τον αδερφό μου σε είδα;
Εγώ σε θέλω ακόμη…

Κι’ αν ο πόθος μου καίει ακόμα,
Το κορμί θυσία εγώ θα το προσφέρω για τη δικιά σου ευτυχία.

Ζωή μου είναι του αδερφού μου, ένα και το αυτό…