skip to main |
skip to sidebar
Πως τ’ αστέρια φαντάζουν στην σιωπή
T’ αλίμονο γραμμένο σε μια φράση
Σε τοίχο με άγχους
Σπινθήρισμα του αύριο
Παραίσθηση του τώρα
Ένα φιλί και μι’ αγκαλιά
Σαν τίποτα μοιράζονται
Σαν τίποτα ξεχνιούνται
Κι ο τοίχος μάρτυρας
Καταγραφέας ιστορίας
Πως γράφεται
Και συνεχώς
Μα συνεχώς
Να σβήνεται
Και να γεννιέται...
Τα όνειρα των εραστών λιώνουνε
καλοκαίρι
αναζωπυρόνται
Δεκέμβρη μέσα του χειμώνα....
Του παρατηρητή το βλέμμα ακοίμητο
στη κίνηση των ιδεών που χάθηκαν στην νύχτα
Νησί ντυμένο στα μαύρα πέπλα
Η μαρίνα, το θέατρο και τα φωτά της προκυμαίας
Ο κόσμος που γυρνοβολά
Η ταβέρνα, το μεζεδοπωλείο και το μπαρ
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου
Πόσα ποτά
Και μια μειωμένη διάθεση
Είναι άραγε ο θάνατος
Η μήπως τόσα χρόνια;
Το μήνυμα στο κινητό
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου
Δεν πιστεύω σε φτηνές προφάσεις
Μα ούτε και σε ακριβές
Δεν υπάρχουν καλές ψυχές
Παρά μονό αγγίγματα και η θέληση αυτών
Ο χορός, το λουλούδι, ο μακρύς αποχαιρετισμός
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου
Κάτω από τα νόθα φώτα
Του μεθυσμένου θεού
Μια διήγηση, μια ιστορία
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου
Όμως άραγε
Τι κινάει μεταξύ μας
Είναι σάμπως όνειρο, ευχή για απωθημένο;
Είναι παραλογισμός; Θεού η προσταγή;
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου
Στο βάδισμα
Παύει η μίλια
Και η πνοή
Στο κρεβάτι πάλι μόνος μου θα κοιμηθώ
Μόνοι γυρνάμε κι απόψε σπίτι
Εγώ κι εσύ
Μεταξύ αχλάδου και τύρου