Saturday, November 23, 2013

Νύχτας η ερωμένος πόνος

Τον άγγελο αρνούμαι
Τον δαίμονα πεθυμώ.
Ένα κορμί και μια μνήμη
Του άρχοντα η κνήμη
Κι ένας πόνος τραύμα παλιό
Του χρόνου, της ζωής σχολιό
Διδάσκουν, στον άμαθο αυτό
τον άγουρο, της ζωής τον ομαθιό
Πως τα κύματα αλλάζουν τον γιαλό
Κι ο χρόνος τον άνθρωπο
Πάνω κάτω
Κάτω πάνω
Μια έτσι, μια αλλιώς
Στο δρόμο πως θα βρείς
Συνοδοιπόρο...

Saturday, October 12, 2013

Στο φευγαλέο άγγιγμα
κρύβεται
μια πικρή αλήθεια.

Ιδέα ελπίδος
δυνητικής συνύπαρξης
άρωμα.

Ερώτημα αν
η σιωπή αρκεί
για την αγάπη σου

Πως άραγε
στέκεσαι δίπλα μου
σου φτάνει;

Ξερω ή νομίζω
πως...Τουλάχιστον,
κάνω καλό κρεβάτι.

Μια περιστροφική ισορροπία
γύρω από τον άξονά σου
και το δικό μου;

Ποιο βάρος
ποια καθήκοντα
βαρύνουν το βήμα μας;

Τι κρύβεις ανάμεσα
στις κλειστές σου παλάμες;
Στο στήθος μου εγώ;

Έδυσε κι απόψε
ο ήλιος
κι αύριο πάλι, ανατέλλει...

Sunday, September 15, 2013

Απόγευμα Σεπτέμβρη

Έχουν από θλίψη οι μέρες
Δεν είναι γκρι
Δεν είναι μπλε
Κάτι, σε
Κόκκινο – το αίμα που σκοτώνει
Η της πρώτης περιόδου
Το αίμα μεταμορφωσής
Σάμπως θα πάψει ποτέ
Η αιώνια του άξονα στροφή
Δορυφόρος του εγώ
Η αλλαγή μονομερής

Δεν υπαρχει θλιψη
Δεν είναι παρά ο νοτισμένος αγέρας
Πηχτός στα πρωτοβρόχια
Δεν υπάρχει θλίψη
Δεν είναι παρά το μαντήλι της γυναίκας
Σε φανταστική προκυμαία

Το τελευταίο τσιγάρο έξω από
Το σταθμό
Το τελευταίο φιλί
Το τελευταίο χάδι
Η ανεπίστρεπτη απογείωση

Κάθε φορά που τα φύλλα αποδημούν
Έτσι κι εσύ
Διαλέγεις
Τον τρόπο
Κάνεις το βήμα
Που ποτέ δεν σταματά...

Thursday, August 29, 2013

Φαντασίωση σε μεσημεριανό τραίνο

Καθώς στέκεσαι γυμνή μπροστά μου
Γυναικα – ένα κορμί
Καταγράφω κάθε σου καμπύλη
Γυναικα – γυμνή
Σαν μηχάνημα ομοιοτυπίας τα ματια μου σκανάρουν
κάθε σου πτυχη
Γυναικα – ένα αίνιγμα

Κι έτσι απλώνω το χέρι
Απαλά εναποθέτω πάνω στα στήθη σου
Οι άκρες των δαχτύλων μου
Νοιώθουν
Τη έκταση των γαλακτοκορυφών σου

Και το δεύτερο χέρι, διατρέχει
Τον ομφαλό σου
Κέντρο του κόσμου ετούτη τη στιγμή
Να φτάσει ως πέτρα που κατρακυλάει
Στην υπέροχη ήβη σου

Η ζεστασιά των χυμών σου
Πνίγει τη γλώσσα μου
Καθώς το θείο νέκταρ αγγίζει
Τα δάχτυλα μου
Τέτοια έκσταση ούτε ο θεός

Το φιλί εναποθέτω στο τώρα ζεστό
Από την παλάμη μου στήθος
Και σαν μικρό παιδί αποποιούμαι να θηλάσω
Για πρώτη φορά νοιώθω το άγγιγμα σου
Να τραβάει τα μαλλιά μου
Να υποτάσσει στο χάδι του

Σ’ αυτόν τον αγώνα μάτια μου
Κανείς από τους δυο μας
Δεν θα βγει ζωντανός

Τα δάχτυλα μου ψηλαφούν την υβή σου
Βρίσκουν μέσα από τους χυμούς
Τα τείχη, είσοδο μυστική κάτω από το ιερό βουνό
Παράδεισος, αναμνήσεις μήτρας
Ζεστά καλυμμένος με αμνιακό υγρό

Καθώς τα δάχτυλα τώρα με τραβούν πίσω
Η μάχη μεταφέρεται μεταξύ των λινών
Θα σε αφήσω να σταθείς πριγκίπισσα
Επάνω σε άσπρο άτι, μέχρι
Τους χυμούς μου να μη μπορώ να συγκρατήσω
Και τότε θα σε πετάξω κάτω και θα επιτεθώ
Σαν άγριο ζώο θα σε κατασπαράξω
Καθώς με βία θα τρίβομαι και θα πιέζω
Να καταβροχθιστώ από σένα
Να στείλω το ευγενές δόρυ μου όλο και πιο βαθιά

Σ’ αυτόν τον αγώνα μάτια μου
Κανείς από τους δυο μας
Δεν θα βγει ζωντανός

Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε
Μεταξύ λινών
Μέχρι που ο ιδρώτας μας θα έχει ποτίσει
Τα κόκκαλα μας
Κι ο χώρος δεν θα μυρίζει τίποτα άλλο
Παρά μόνο εμάς
Τότε θα παραδοθούμε στη βιολογία
Θα επιτρέψουμε τη λύτρωση
Για μια στιγμή θα είμαστε νεκροί
Κι έπειτα με τα υγρά ο ένας του άλλου
Θα ξαποστάσουμε αγκαλιά
Καθώς δακρύζουμε κι οι δυο.

Saturday, June 22, 2013

Sunday, June 02, 2013

Πλάτωνος Παρεξήγηση

Τι είναι αυτό που κάποτε συνέβη
και τώρα - πλέον - πια
στεκόμαστε απέναντι
ανίκανοι ή / και ίσως ανεπιθύμητοι
να διασχίσουμε το δρόμο

Γιατί κάποτε περπατούσαμε
όχι χέρι – χέρι
μα συνομιλητές - συνοδοιπόροι
συναλλάκτες ιδεών
μια παρέα

Και ξάφνου
στην υποψία
πιθανώς ανεπίδεκτου μαθήσεως
Χτίσαμε μεταξύ μας
Τάφρο

Monday, May 27, 2013

For what love seeks
To be born
Has yet to be defined
Humanity’s valiant efforts have failed
Our words have abandoned us
Our practices an incoherent jungle mess
Our science a mess of specialisation

For what lies in a glance
Is not discussed
Nor may it be expressed
Whispered and fumbled
Drunken haze
Dissipates like liquor in the sun
Dried up
All that remains
A dead body
Shadow of something that never was

And still you remain
Wondering
Unable to grasp
Incapable to exist
You hope
That once
You might
Capture
The essence
Before it dries...

Wednesday, May 22, 2013

For the stars that gave birth to me
also bore your eyes and your lips
they gave colour to your kisses
and taste to your breath
substance to your touch
and essence to your gaze.

For these stars we live under
both being, both feeling
both kissing, both needing.

Tis our souls that seek
to find each other
and then something
that which does not
may not
will not
shall not
that which is
among all else
exist.

Saturday, May 18, 2013

Journey upon a Stony Road

What is it?
That which saddens the walk.
What is it?
The weight inside the chest.
The inability to breathe.

Collector of stolen breaths
How do you measure worth?
For the non – sensory,
Ontological fruition is impossible.

Yet you persevere
Always asking, always fumbling
Never actually, never…
Flux on the verge of a cloudy dusk.

What is it?
The moment of triumph.
What is it?
Fastening coat, quickening steps,
Upon a stony road.
The sweetness of your demeanour
drops
off
the intellect of your lips
hangs
on
the balance
of a kiss

And then
the disposition
the correctness
of your ways
lies
with me
an idea
never fulfilled

For what is observed
never
beyond
the white
filled with black squiggles...

And here somewhere
I lay
despondent
forgotten
the man of loss
the lost
upon a green grass
a sunny day
I lay

Await
for that
that does not come
nor is invited
beyond what chooses
beyond the will

I see you
I see me
but still
nothing but white and
black squiggles

I dream

Friday, May 03, 2013

Κρυμμένο στην Ιδέα

Πως τα χείλη που δεν φιλήθηκαν ποτέ
να σβήσουν μπορούνε, τη δίψα
αυτή, που δεν κρατήθηκε ποτέ
ανάμεσα στα δάχτυλα;

Εκεί, στο σύννεφο επάνω, του ονείρου
την ομίχλη πως θα νοιώσει
το χάδι που δεν αφέθηκε, ποτέ
στις άκρες των δάχτυλων, εναιώρημα.

Πως νοιώθεις μάτια μου;
Ω! Κάρδια και ψυχή
στη σκιά του ακροβολισμένου εαυτού
τι είναι αυτό που ακόμα ηλεκτρίζει;

Σαν φάντασμα πλανάται από πάνω η σκέψη,
η ανάγκη που σπρώχνει προς τα έξω
αναζητεί, μα στην άκρα των χειλιών παραμένει.
Που έχασες το δάκρυ και ψάχνεις να το βρεις;

Saturday, April 13, 2013

Volcanic eruptions of colour blue
Memories of red, once upon a time
Under grey skies we touch, limp

Green fantasies of white meadows
The existence playing with daisies
Being innocent as nobody believes

Black is the colour of presence
Dull, crisp, absolute, all-encompassing
Engulfs what you portray, nonchalant

How upon the sunny pines
Upon the sunny sunset
You would come onto me
And sing with grace and desire

Thursday, March 07, 2013

Το Γιατί του Ταξιδιώτη

Γιατί το χρόνο σου
ποτέ στο δικό μου δεν δημιούργησες.
Πάντα εγώ με ένα δισάκι στον ώμο.
Μα κι ακόμη αν είμαι εγώ
ο ένας και μοναδικός ταξιδευτής
γιατί ποτέ δεν είπες θα έρθω να σε βρω
χωρίς να σ' το ζητήσω.

Ας είναι,
της θάλασσας και του αγέρα
γιατί εγώ μόνο σαν όνειρο
μπορούσα εσένα.

Friday, February 01, 2013

Creole Breakfast at Brenda's

Atop the shrimp
tomato and bacon gravy
and grits
French toast and wheat
Sourdough toasted
Omelette Creole
with beef and spinach

Panic, not busy
Worker bees
diligent
There's that smile
I know a little Greek:
"Θα σε σκοτώσω"-
'I will kill you'
My neighbour’s kids
shout at each other
All love Greece
Long Live the 60's
Sex, Sand, Sun

Spicy Food
Tasty people
A system to sit down
only if you're altogether
So many people
so little space
so little time
Warm space and a bit
of vanity
Walls covered with mirrors...

We couldn't wait anymore
for you
We ate
And as we emerge
laughter and filled bellies
you appear jumping
clear blue skies
proud sun
Long lost trip
around the city
two hours earlier
you could have
enjoyed with us
Breakfast...

Friday, January 18, 2013

Ολοκλήρωσις

Του συναισθήματος η πράξη
Γεννάται απο κάτι
Όσο κι αν ψάξεις
Δεν θα το βρεις ποτέ

Μα ακόμα κι αν θαρρέψεις
Άγγιγμα δεν θα νοιώσεις
Στο ανέλπιδο ανεκπλήρωτο
Κρύβονται οι ευχές σου
Κι όσο τρέχεις, προσπαθείς
Ακόμα πιο μακριά

Thursday, January 17, 2013

Η Nανόχηνα

Ά

Κάτω απ’ τα σκεπάσματα
το σκοτάδι αποκτά σκοπό
Στο θόλο βλέμμα της αλκοόλης
το φως αποκτά αναγκαιότητα
Σε γκρίζο ουρανοπάτι
ταξίδι που ποτέ δε τελειώνει
αφήνει πνοές αποδημητικών πτηνών
υπό εξαφάνιση...

Στη πρωινή αχνή
του παγωμένου ποταμού
αντικαθρεφτίζεται το ταξίδι της χήνας
Ο θηροφύλακας, του λυκαυγούς
προστατεύει τη δυνατότητα.

Ο λαθροκυνηγός, του λυκόφωτος
του σκοταδιού, σκιά σε κάθε γωνιά
του πόνου, του φόβου, της αναγκαιότητας
του δαίμονα, του απωθημένου, της αδυναμίας
του Θεού – καταλαμβάνει θνητό
τρώει σάρκες
κατασπαράζει το εγώ και τον άλλον
σκοτώνει το εγώ και τον άλλο
καταργεί τη ζωή
επιστρέφει στο Νirvana
μα είναι κακός.
Η ίσως, προϊόν μιας ασταμάτητης δαρβινικής εξέλιξης.

Στην απειλή – ενα όπλο.
Εκείνη τη στιγμή
Δεν υπάρχουν επιλογές
Ζωή η θάνατος...

Πάντα κάποιος θα πεθάνει – θα ζήσει
Όλα ένα δίφραγκο...

΄Β

Υπάρχουν άραγε ακάνθινοι δρόμοι στενοί
η μόνο ψευδαισθήσεις?
Θες αρχή και δομή
μα πως?
Αν ότι συλλογάσαι είναι κάλπικο
αν συλλογάσαι μόνο το ψεύτικο
αν όλα είναι ψευδαίσθηση
του μυαλού κατασκευή ή της κοινωνίας
ασήμαντο το ποιος
σε τι να πατήσεις όταν όλα είναι φαντασία?
Φαντασία που δεν πραγματώνεται ποτέ
Σαν αποδημητικό πουλί
φεύγεις κι έρχεσαι
με κάθε εποχή
καταδικασμένος
τη μεγαλύτερη σου αγάπη υποφέρεις, το ταξίδι
Όσο κι αν πετάς
όσο ελεύθερος κι αν είσαι
πάντα σκλάβος των φτερών σου

Υπό εξαφάνιση μέσα στο σμήνος
Αυτό σημαίνει μοναξιά