Η νύχτα είναι υγρή & κρύα…
Η βροχή μόλις καταλάγιασε…
Περπατώ περιδιαβαίνοντας την πόλη προσπαθώντας να αποφύγω τα τρεχούμενα νερά των μπαλκονιών…
Είναι για να χωθείς κάτω από τα σκεπάσματα & να κάνες έρωτα μέχρι το πρωί…
Όχι παθιασμένο, άγριο, αλλά αργό…
Ίσα που να κινούνται τα κορμιά…
Να τρίβονται σαν τεκτονικές πλάκες το ένα πάνω στο άλλο…
Να ιδρώσεις κάτω από τα σκεπάσματα…
Το χνώτο μου προς τα πάνω θολώνει τα γυαλιά μου…
Σκέφτομαι τα θολωμένα από τον ερώτα μας τζάμια…
Αααχ…! Εκείνο το δωμάτιο, πως θόλωνε τις νύχτες με βροχή…
Μετά τον ερώτα θυμάμαι καθόσουν & κοίταζες τη βροχή απ’ το παράθυρο & ‘γω κοίταζα εσένα…
Μια σιλουέτα μπροστά από το θολωμένο τζαμί & ένα τσιγάρο να φεγγίζει τον καπνό που πέταγε μέσα στη νύχτα…
Η βροχή δυναμώνει. Τα λούκια γεμίζουν. Οι λαμαρίνες βροντάνε. Και ‘γω ταχαίνω το βήμα μου να χωθώ κάτω από τα σκεπάσματα, μπας & σε ονειρευτώ…