Thursday, January 28, 2010

Ονειροπερπατητής

Νύχτα που σκεπάζει τα θολά κι απαίσια όνειρά μας
Μήπως είν’ η Αγάπη, ο Έρωτας, το Πάθος;

Ανθρώπου το χέρι, στον ίδιο του τον εαυτό μαχαίρι.
Ποια όνειρα, Ποιες σκέψεις, είν’ αυτές που αποζητούν τη νύχτα;

Μήπως είν’ η Αγάπη, ο Έρωτας, το Πάθος;
Που σκοτεινιάζει του ανθρώπου την ψυχή;

Κι’ αν είναι το μίσος, του χωρισμού η θλίψη,
Τότε ποια η λύση; Ποια η κάθαρση;

Ονειροπερπατητή εσύ των ψυχών,
Πρίγκηπα της Νύχτας, Πάψε!

Σφράγισε της σκέψης τα μονοπάτια και ησύχασε στο φέρετρο,
που με τόση μαεστρία για τον εαυτό σου έχτισες.

Tuesday, January 26, 2010

Άστρα που αναφλέγονται,
Άστρα που διαπλέκονται,
Αραχνοΰφαντοι μηχανισμοί,
Στο άπειρο του σύμπαντος.

Μαύρο σκοτάδι και κει πέρα
Κάτι άστρα που χορεύουν!
Ξυπνά!

Wednesday, January 20, 2010

Ερωτικό

Τη μορφή σου με κάρβουνο θα ζωγραφίσω,
Στο χαρτί.
Για να μη σε λησμονήσω,
Ποτέ.
Για να μη σε αφήσω,
Ποτέ.
Γιατί εδώ θα ζεις, κοντά μου,
Πάντα.

Tuesday, January 19, 2010

Ποιητικό

Λόγος εκπορευόμενος,
Έρωτας κι’ ελπίδα.
Είναι;
Θα γίνει;
Θα φτάσει ποτέ άραγε εκεί για όπου ξεκίνησε,
Ο Λόγος;

Friday, January 15, 2010

Αποπροσανατολισμός…

* Παιχνίδι με την Κυρά του Φεγγαριού


Κάθομαι στην άμμο και μετράω κύματα. Έχει πολύ φως και φοράω τα μεγάλα μαύρα γυαλιά μου. Φυσάω για πλάκα μερικά τσουλούφια που πέφτουν στα μάτια μου κι ακούω το «Μονόγραμμα» για χιλιοστή φορά.

..Θά πενθώ πάντα -- μ’ακούς; -- γιά σένα,
μόνος, στόν Παράδεισο..

Κάθομαι στα βότσαλα και τα μετράω: Ένα, δυο, τρία …
το τέταρτο στη θάλασσα. Είναι νύχτα και το φεγγάρι μόλις που αχνοφέγγει στα σκοτεινά νερά. Κοιτώ, πέρα από τον ορίζοντα και ο άνεμος απαγγέλει μαζί μου δυο στίχους. Τους έχω ξανά απαγγείλει αυτούς. Τι είναι; Πότε; Α… ναι… «Το Μονόγραμμα»



Πως με γαληνεύει αυτό το σχεδόν εγκαταλελειμμένο μέρος, με τις πολύχρωμες βάρκες και τις σ’ όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου, πόρτες.. Αυτά τα ερείπια, οι πέτρες οι κιτρινισμένες απ’ το θειάφι, οι σκληρές γραμμές του τοπίου.

..Πενθώ τόν ήλιο καί πενθώ τά χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς καί τραγουδώ τ’ άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια..

Tο τοπίο γαλήνιο, μέσα μου αντάρα. Τα ήρεμα νερά της Θάλασσας με τον σιγανό παφλασμό στην ακτή, οι βάρκες που λικνίζονται νωχελικά στο λιμανάκι, και τα φωτά του χωριού που φωτίζουν τα βότσαλα κάθε χιλιόμετρο… Όλα άδεια… Δεν υπάρχει κάνεις…



Κι ύστερα ξαφνικά χάνονται όλα σαν να διαλύεται το πάζλ και παλεύω στο σεντόνι μου, να ενώσω τα κομμάτια. Να μην ξυπνήσω, να μην ξυπνήσω.. Νιώθω ιδρώτα να κυλάει στο λαιμό μου. Ξερά τα χείλη μου. Τι ώρα να ‘ναι;

..κι έχω τή δύναμη
Αποκοιμισμένη, νά φυσώ νά σέ πηγαίνω
Μές από φεγγερά περάσματα καί κρυφές τής θάλασσας στοές..

Κόσμος, ξαφνικά, κόσμος πολύς και βαβούρα, μηχανάκια πηγαινοέρχονται και άνθρωποι περπατούν παντού και ένα ντριν μου χτυπάει τα μηνίγγια. Κλείνω τα μάτια μου για ένα δευτερόλεπτο και τα ανοίγω. Εκτυφλωτικό φως, έχω πάλι αφήσει ανοιχτές πόρτες και παράθυρα για να εισέρθει το πρωινό φώς στα σκοτεινά μου όνειρα. Πρέπει να σηκωθώ αλλά δεν θέλω. Είναι ώρα… Τι να κάνω;


Κοιτάζω ξανά και ξανά τους δείχτες του ρολογιού.. Μέρα ή νύχτα; Δεν καταλαβαίνω. Αιωρούμαι στο τίποτα του χρόνου, στο αφιλόξενο κενό της άγνοιας, στην αβεβαιότητα που δεν αντέχω.. Κλειστά παράθυρα, σκοτάδι. Που είμαι;

..Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στόν άνεμο
Τόσο η στάλα στόν αέρα, τόσο η σιγαλιά..

Όσο δεν σηκώνομαι τόσο δυναμώνει το φως. Ιδρώνω κάτω από τα χειμωνιάτικα σκεπάσματα με τις χοντρές πυτζάμες. Δεν θέλω να σηκωθώ και κουκουλώνομαι. Τώρα είναι πάλι σκοτάδι. Μένω εκεί και παραπαίω… Γιατί δεν μπορώ να ξαναβρώ την βραδινή μου παραλία; Πόσο ήρεμη φαντάζει τώρα.



Σηκώνομαι διστακτικά και νιώθω να κρυώνω.. Ανοίγω το παράθυρο και εισβάλλει το λευκό. Χιόνι παντού.. Καθαρίζει ο νους μου απ’ τις εικόνες. Χάνομαι…

..Είμ’ εγώ,μ’ ακούς;
Σ’ αγαπώ, μ’ ακούς;..

Ο Μορφέας με τυλίγει λίγο λίγο πάλι στην αγκαλιά του και μέσα από το σκοτάδι των κλειστών βλεφάρων, ξεπροβάλλει πάλι η ασημένια λάμψη του φεγγαριού. Με ξαναβρίσκω να κάθομαι στην παραλία, πάνω στα βότσαλα. Τι ωραία εικόνα. Μένω… εδώ…



Γκρίζος ο ουρανός, ασάλευτος ο κόσμος.. Αυτές οι στιγμές πριν ξεσπάσει η καταιγίδα, πάντα μ’ άρεσαν τόσο πολύ. Ένα δέντρο γέρνει πάνω απ’ το πέτρινο σπίτι. Που να βρεις καταφύγιο τέτοιες ώρες; Δεν ακούγεται πουλί κανένα..

Πουθενά δέν πάω ,μ’ ακους;
Ή κανείς ή κι οί δύο μαζί, μ’ακούς;

Ο σκοτεινός ουρανός και τα ατάραχα νερά, κοιτώ καθώς πλησιάζει η αυγή. Το μούχρωμα και τα απόλυτα κρυστάλλινα νερά αυτή την ώρα πάντα τα λάτρευα. Υπάρχει καλύτερο καταφύγιο; Δεν ακούγεται βοή καμιά.


Covenant - Madame De La Luna

Υπαρξιακό

Friday, January 08, 2010

Angry Night Out...

Ο Ιδρώτας μου εξατμίζεται σε αιθέρα,
Το Άγγιγμα σου ηλεκτρίζει μέσα από τα μακριά, λεπτά σου δάχτυλα
Και το μικροκαμωμένο σου κορμί, λυγίζει πάνω στο βράχο που κουβαλάει το σπαθί που πονάει για να βγει…

Ψυχές βαμμένες με κόκκινο μανό
Ανέγγιχτα κορμιά
Νεκρά Φιλιά
Στρόβιλος από διαστημική μουσική

Λίγη προσοχή και ένα άγγιγμα φτάνουν
Για να σε κάνουν να πιστέψεις πως το συμπάν συγκεντρώνεται γύρω σου
Ρίξε μια στροφή
Προσπάθησε να συλλάβεις ένα βλέμμα,
Και νόμιζε πως είναι το δικό μου…

Για το overnight feel good
Τέχνη και Επιστήμη down the drain

Ας στροβιλιστούμε
Κι’ αν δεν σε κοιτώ,
Προσπάθησε ακόμη παραπάνω
Και αφού απογοητευτείς κάνε πως φεύγεις, ύστατη κίνηση…

Ονόματα που έχουν γίνει ποίηση εξ’ αρχαιότατων και έχουν τραγουδηθεί δίχως άλλο
Εξαργυρώνονται σε μια κίνηση – στροφή και ένα φόβο

Κι’ αναρωτιέσαι …
Μένει τίποτα στο τέλος;

Στις αναλαμπές σβήνει η μνήμη
Σε 2,5” καπτιβάρεται ολόκληρη η ουσία της νύχτας και των κορμιών…

Για μια συλλαβή - τρία γράμματα - ,
Ξεπουλημένες ψυχές και άδεια βλέμματα
Κενά χαζογελά ποτισμένα βρώμικο καπνισμένο ιδρώτα και αλκοόλη
Ανάγκη να μην υπάρχουν αναστολές και το κεφάλι να ‘γυρίζει’

Βράδυ Καλό κι' απόψε...
Γυρίσαμε Πρωί...

Όνειρα Γλυκά.

Thursday, January 07, 2010

Αναγεννημένος από τις στάχτες,
Πόθος αιώνιος του Φοίνικα που λάμπει μέσα σου…

Φεγγάρι ολόλαμπρο έντυσε κι’ απόψε την παρουσία σου.
Κι’ εγώ μένω να κοιτώ τον ασημένιο δρόμο που το φως του απλώνει στην νυχτερινή θάλασσα.

Σε βλέπω Νύμφη του αλμυρού νερού να στέκεις λουσμένη κάτω από το φως του,
Μακριά στον αντίπερα ορίζοντα.

Αναλογίζομαι,
Την Απόσταση, αν πρέπει να τρέξω πάνω στα σκοτεινά, ασημένια νερά
Ή μήπως να κολυμπήσω Μακροβούτι μια τέτοια ήρεμη νύχτα…

Αναλογίζομαι,
Μορφή εσύ της νύχτας και του πόθου που πιο κοντά δεν έρχεσαι, ιδέα, με τα λόγια.

Αναλογίζομαι,
Κορμί, Υπόσταση πραγματική που τα χέρια μου δεν φτάνουν να σ’ αγγίξουν.

Αναλογίζομαι,
Δρόμος ή Θάλασσα;

Πες μου εσύ,
Μέσα από τους ψίθυρους του τίποτα,
Μέσα από τους ψίθυρους του χτες,
Μέσα στους ψίθυρους του τώρα.

Και θα σε ακούσω Κυρά,
Εγώ,
Ο Δεινός Πραματευτής*,
Ο Λίγος άνθρωπος, με την Γραφή του.

Και αν δεν μπορώ ακόμη (αν και θα έπρεπε) Κυρά να σου μιλήσω,
Να είσαι σίγουρη πως,
Τα πάντα θα αφήσω στο χαρτί,
Και θα σε υμνήσω.

Έτσι.

Για ένα φιλί και μια καληνύχτα…
Για ένα όνειρο και μια σελίδα…

Έτσι.

Για μια Καληνύχτα…


* Βλέπε Ξυλούρης: "Ο Πραματευτής"…

Sunday, January 03, 2010

Υπερβολικό...

Αδιαφορία πλήρης,
Στύσις ανιούσα.
Αδιαφορία απούσα,
Στύσις κλινήρης.
Αδιαφορία μέτρια,
Στύσις διαρκεία .
Έρωτας κεραυνοβόλος,
Στύσις Τοξοβόλος.